Στην ιστορία του ΠΑΟΚ υπάρχουν εννιά πρόσωπα από την Ιταλία που είχαν ιδιαίτερη σχέση μαζί του. Παράγοντας, προπονητής και ποδοσφαιριστές.

Στην ιστορία του ΠΑΟΚ υπάρχουν εννιά πρόσωπα από την Ιταλία που είχαν ιδιαίτερη σχέση μαζί του. Παράγοντας, προπονητής και ποδοσφαιριστές. 

Με αφορμή την επικείμενη αναμέτρηση με τη Φιορεντίνα η επίσημη ιστοσελίδα του «Δικεφάλου» τους θυμήθηκε και παρουσίασε τις ιστορίες τους, μία προς μία. Αναλυτικά:
 
Στην νεοσύστατη Α’ Εθνική με «Ιταλό»
 
Αν ανατρέξει κανείς στην ιστορία, το πρώτο ιταλικό όνομα που θα δει σε ρόστερ του ΠΑΟΚ, είναι αυτό του Νίνο Σαλούστο, το μακρινό 1959 και την πρώτη σεζόν κατά την οποία καθιερώθηκε το πρωτάθλημα της Α΄Εθνικής. Ο Νίνο Σαλούστο αποκτήθηκε από τον ΠΑΟΚ το καλοκαίρι του 1959 από την Λάτσιο με την οποία αγωνιζόταν στο ιταλικό πρωτάθλημα – κυρίως στην δεύτερη ομάδα. 

Τα χρόνια που ήταν στην Λάτσιο δέχθηκε πρόσκληση στην Εθνική ομάδα Ανδρών, αλλά δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ.
Οι ρίζες του ήταν από την Θεσσαλονίκη και αγωνίστηκε ως Ελληνας στο πρωτάθλημα της Α’ Εθνική την σεζόν 1959-60 (επτά αγώνες και ένας κυπέλλου), ενώ παρέμεινε και την επόμενη σεζόν με οκτώ συμμετοχές στο πρωτάθλημα και ένα γκολ στο 1-1 με τον Ατρόμητο στην Αθήνα στις 10 Ιουνίου 1961.
 
Είναι τρελός ο Ιταλός
 
Ο πρώτος… κανονικός Ιταλός στον ΠΑΟΚ είναι ο Μίρκο Τάκολα το 1998. Παίκτης με συμμετοχές στο Καμπιονάτο, με παράσημα από τη Νάπολι, την Πεσκάρα και πολλές ακόμη ομάδες στη διαδρομή του, έγινε γρήγορα αγαπητός για το πάθος του, τη δύναμη και τις καλές του τοποθετήσεις για γκολ. Πρόλαβε να πετύχει πέντε γκολ σε 28 ματς, αλλά οι περισσότεροι θυμούνται ένα που δεν μέτρησε! Ο ΠΑΟΚ υποδέχθηκε τον Ολυμπιακό στις 30 Οκτωβρίου του 1998 και με το ματς στο 1-1 στο 80’ διαιτητής Παπαδάκος έδωσε στον Γκόγκιτς που έφυγε από θέση οφσάιντ, ένα από τα πέναλτι της εποχής… Ο Γεωργάτος ευστόχησε και η Τούμπα πίεζε για ισοφάριση. 

Μετά από γέμισμα στην περιοχή, ο Τάκολα πήρε την ωραία γυριστή κεφαλιά στο 82’ και ισοφάρισε. Ο επόπτης Βλάχος είδε «χέρι» κι ο διαιτητής ακύρωσε το γκολ εν μέσω οργής της κερκίδας και των ποδοσφαιριστών. Ο Τάκολα ορκίστηκε πως η μπάλα δεν βρήκε το χέρι του, αλλά το δίκιο του δεν το βρήκε ποτέ στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Ο θηριώδης Ιταλός συνέχισε να παίζει ποδόσφαιρο ως τα 41 του και το 2011 οπότε αποσύρθηκε ως παίκτης της Σάπρι, ομάδα 4ης κατηγορίας της Ιταλίας. Ενδεχομένως να συνέχιζε αν η ομάδα του δεν… σβηνόταν από το χάρτη λόγω υποψιών για σύνδεση με το οργανωμένο έγκλημα της Ιταλίας!
 
Πεσκέσι από τον Μότζι
 
Το καλοκαίρι του 2002 ο Γιώργος Μπατατούδης προχώρησε σε μια φιλόδοξη επίσημη συνεργασία με τη Γιουβέντους για την ανταλλαγή παικτών και τεχνογνωσίας. Ο πρώην προπονητής των ιταλικών εθνικών ομάδων Σέρζιο Βάτα ανέλαβε υπεύθυνος των Ακαδημιών και μαζί του ήρθαν δύο ποδοσφαιριστές για την πρώτη ομάδα του Δικεφάλου που ανήκουν στην Μεγάλη Κυρία. Δεν μιλάμε για τον Γάλλο Αμπού Φοφανά, αλλά για τον Ιταλό Φραντσέσκο – Κέκο – Σκαρντίνα.

Ο 21 ετών τότε κεντρικός αμυντικός ήταν από εκείνους που η Γιούβε παρακολουθούσε με ενδιαφέρον και έδινε δανεικό, προκειμένου να πάρει τα απαραίτητα παιχνίδια πριν διεκδικήσει θέση μόνιμου στο ρόστερ της. Αντιλαμβανόταν κανείς με το «καλημέρα» ότι επρόκειτο για έναν αμυντικό με αίσθηση του μαρκαρίσματος, δυνατό και θρασύ παρότι το ύψος του δεν ξεπερνούσε το 1,80, αλλά και μετρίων τεχνικών δυνατοτήτων. Έμεινε στον ΠΑΟΚ έξι μήνες και πρόλαβε να κάνει μόλις δυο συμμετοχές πριν συνεχίσει την καριέρα του, η οποία περιελάμβανε μόλις 14 ματς στο Καμπιονάτο με την Κιέβο Βερόνα και περισσότερα στις μικρότερες κατηγορίες με Βιτσέντζα, Τσιντατέλα, Κροτόνε και Νοσκερίνα και πέρασμα από την Ισπανία για την Ουέσκα.
 
Σέξι Μπρούνο οέ-οέ-οέ
 
Έπρεπε να περάσουν επτά χρόνια για να ξαναφορέσει εκπρόσωπος του Καμπιονάτο την ασπρόμαυρη φανέλα του ΠΑΟΚ και θα επρόκειτο για τον πιο επιτυχημένο, βάσει αριθμών, εκπρόσωπο. Με θητεία σε Ίντερ, Ρετζίνα, Σιένα, Λεβάντε και ΑΕΚ (ως ποδοσφαιριστής της οποίας είχε γλιτώσει μια κόκκινη κάρτα όταν σε ΑΕΚ-ΠΑΟΚ με μια…μνημειώδη προβολή σκάλωσε τις τάπες του στο μάγουλο του Μίετσελ) ήρθε για να καλύψει το κενό του άτυχου Μάρκος Αντόνιο και να πάρει θέση παρτενέρ του Πάμπλο Κοντρέρας. Ο Τσιρίλο δέθηκε με την Τούμπα, τον κόσμο και παραμένουν αξέχαστα τα δυναμικά του μαρκαρίσματα, οι πανηγυρισμοί και οι εκφράσεις ενός ποδοσφαιριστή που όσο ιταλική φινέτσα είχε εκτός γηπέδου, άλλη τόση ένταση έβγαζε στο παιχνίδι του. Ο Τσιρίλο έγινε…μπαμπάς στη Θεσσαλονίκη και ακόμα και σήμερα θυμάται τις δυνατές φιλίες που έκανε στην ομάδα. Στις τρεις σεζόν που έμεινε στην ομάδα κατέγραψε 103 συμμετοχές, με τέσσερα γκολ, δύο ασίστ, 27 κίτρινες και δύο κόκκινες κάρτες, ενώ μετά συνέχισε την καριέρα του σε Αλκή, Μετς, ΑΕΚ, Ρετζίνα.
 
Με το βαρύ περιβραχιόνιο της Νάπολι
 
Μαζί με τον Τσιρίλο, το καλοκαίρι του 2009 στην Τούμπα ήρθε και το πιο… βαρύ ιταλικό όνομα. Ο Μίρκο Σαβίνι με θητεία σε Φιορεντίνα, Παλέρμο, Άσκολι και Νάπολι –της οποίας διετέλεσε αρχηγός- με περισσότερα από 150 ματς σε Serie A και B ήρθε με τη φιλοδοξία να συνεχίσει την καριέρα του σε υψηλό επίπεδο. Αμυντικός με αίσθηση του χώρου, καλή τεχνική, δύναμη στα μαρκαρίσματα και τακτική παιδεία όμοια με κάθε ιταλό ποδοσφαιριστή που σέβεται τον εαυτό του, ο Σαβίνι παρότι δεν βρήκε (κυρίως λόγω τραυματισμών) μόνιμη θέση στην ενδεκάδα, πρόλαβε να αγωνιστεί σε 30 ματς με τα ασπρόμαυρα και να πετύχει ένα γκολ εναντίον του Άρη στην Τούμπα σε ματς των Play Offs.
 
Ο «αστερίσκος» Μάριο Μπερέτα
 
Στη λίστα των προπονητών στην ιστορία του ΠΑΟΚ θα βρει κανείς πολλούς και πολλών εθνικοτήτων. Κάποιοι κάθισαν στον πάγκο για αρκετά ματς, άλλοι για λίγα. Και υπάρχει κι ένας που δεν πρόλαβε να καθίσει ούτε σ’ ένα επίσημο παιχνίδι! Ο Μάριο Μπερέτα, ο οποίος είχε διαδεχτεί τον Φερνάντο Σάντος εξαργυρώνοντας τη φήμη του από τις Κιέβο Βερόνα, Τορίνο, Λέτσε.

Στον ΠΑΟΚ πρόλαβε να κάνει μια προετοιμασία περίπου 25 ημερών και κάτω από τη γενική απογοήτευση που προέκυπτε στη σύγκριση με τον προκάτοχό του απολύθηκε στον αέρα. Στην επιστροφή για την Ελλάδα.
 
Ο «πολύς» Σέρζιο Βάτα
 
Ο Γιώργος Μπατατούδης εμπνεύστηκε μερικά από τα πιο φιλόδοξα σχέδια, κοινό χαρακτηριστικό των οποίων ήταν ότι έμειναν ημιτελή. Το καλοκαίρι του 2002 ο τότε ιδιοκτήτης του ΠΑΟΚ οραματίστηκε την αναδιοργάνωση των Ακαδημιών του Δικεφάλου σε ευρωπαϊκά πρότυπα και έψαξε στις πιο διάσημες ατζέντες για τον άνθρωπο που θα αναλάμβανε το βαρύ αυτό φορτίο.

Το μάτι του έπεσε –μαζί και με την προτροπή των ανθρώπων της Γιουβέντους που είχαν ξεκινήσει τη συνεργασία με τον ΠΑΟΚ – στο όνομα του Σέρζιο Βάτα. Προπονητής με μακρά θητεία ως πρώτος προπονητής στις εθνικές ομάδες της Ιταλίας και ένσημα σε Λάτσιο, Τορίνο, θεωρούνταν ως ένας από τους «γκουρού» του ποδοσφαίρου υποδομής.

Η θητεία του στον ΠΑΟΚ δεν ήταν μεγάλη. Μετά βίας συμπλήρωσε μερικούς μήνες. Όποιος συναναστράφηκε μαζί του, όμως, είχε να λέει για έναν άνθρωπο καλοσυνάτο, συγκροτημένο με έμπειρο «μάτι». Από εκείνη τη φουρνιά που μετέπειτα κατέκτησε το πρωτάθλημα στην Κ20 είχε ξεχωρίσει τον Πέτρο Κανακούδη. Από τον τρόπο που… έτρεχε από τη φυσούνα προς το γήπεδο και πριν τον δει να κλωτσάει μπάλα!