Λέκτορας στο οικονομικό Πανεπιστήμιο της Κολωνίας, πρώην ποδοσφαιριστής, μετρημένος στα λόγια του, ο Γενς Ρεχάγκελ μίλησε στον Αποστόλη Λάμπο που βρίσκεται στο Έσσεν. Για πρώτη φορά δίνει συνέντευξη σε ελληνικό μέσο και ξεδιπλώνει μερικές πτυχές της οικογένειας Ρεχάγκελ. Ο γιος του Όττο Ρεχάγκελ αποκαλύπτει την πιο βασική συμβουλή του πατέρα του, θυμάται που και πως έζησε το EURO του 2004 και μιλά για την μητέρα του Μπεάτε και τη συμβολή της στην εξέλιξη του Όττο Ρεχάγκελ.
Πως είναι να είσαι ο γιος του Όττο Ρεχάγκελ;
“Είναι δύσκολο να το περιγράψω γιατί δεν ξέρω πως είναι να μην είμαι γιος του. Όταν γεννήθηκα ήταν ήδη προπονητής, οπότε δεν μπορώ να το συγκρίνω με το να μην είμαι γιος ενός διακεκριμένου πατέρα”.
Πως ήταν σαν πατέρας, μεγαλωνοντας στο Έσσεν του πολέμου, κάτι που ίσως τον διαμόρφωσε σαν άνθρωπο;
“Είναι μια πολύ ξεχωριστή ιστορία αυτή που αναφέρεις, αλλά ως πατέρας ήταν πολύ ευγενικός και μου έμαθε σπουδαία πράγματα. Ποτέ δεν είχα πρόβλημα στη ζωή μου.”
Ποιες ήταν οι αξίες που σου πέρασε ως παιδί;
“Νομίζω ότι οι καλύτερες αξίες και συμβουλές που μου έδωσε ήταν πως ό,τι κάνω πρέπει να το κάνω μόνος μου και να κατακτώ πράγματα για μένα κι όχι μέσω των κατορθωμάτων του πατέρα μου. Ότι πρέπει να διαβώ τον δικό μου δρόμο, να αποκτήω τη δική μου εμπειρία και να αποκτήσω τις δικές μου νίκες και τις δικές μου ήττες.”
Τί σημαίνει η Μπεάτε για τον Όττο;
“Ήταν περισσότερο σαν σύμβουλος και σαν καλός φίλος, αυτός είναι ο πιο σημαντικός της ρόλος για εκείνον, σύμβουλος και φίλος”.
Σου αρέσει το ποδόσφαιρο;
“Έπαιζα κι εγώ ποδόσφαιρο, έφτασα μέχρι την τρίτη κατηγορία. Ήταν όμορφα αλλά ποτέ δεν είχα το ταλέντο για περισσότερα. Αλλά το διασκέδασα.”
Πως έζησες όλη την κατάσταση με τον πατέρα σου προπονητή της εθνικής Ελλάδος;
“Νομίζω ότι ο πατέρας μου είχε πάρει τη σωστή απόφαση πίσω στο 2001 όταν ήρθε στην Ελλάδα παρά το ότι είχε άλλες δύο-τρεις προτάσεις από άλλες εθνικές ομάδες. Νομίζω όμως ότι ήταν πολύ καλή απόφαση να αποδεχθεί την πρόταση της Ελλάδας. Τον επισκέφθηκα πολλές φορές στην Ελλάδα, ήταν πολύ όμορφα στην Αθήνα. Όποτε έρχεται τώρα στην Αθήνα οι άνθρωποι είναι πολύ ευγενικοί και είμαι πολύ χαρούμενος γι’ αυτόν.”
Που ήσουν το 2004; Ήσουν στην Πορτογαλία;
“Όχι, όχι, γιατί κι εμείς όπως όλοι δεν περιμέναμε να κάτσουν εκεί πάνω από μια εβδομάδα. Όποτε όλη η οικογένεια είχαμε μείνει σπίτι. Στη συνέχεια, που η ομάδα προχωρούσε και προκρινόταν, εμείς σκεφτήκαμε ότι και πάλι δεν μπορούμε να πάμε στην Πορτογαλία για να μην επεμβούμε στο έργο του. Έπρεπε να είναι συγκεντρωμένος στην ομάδα του και αυτή ήταν η σωστή απόφαση.”
Μετά τον τελικό με την Πορτογαλία με το γκολ του Χαριστέα τί θυμάσαι;
“Το είδαμε στην τηλεόραση, αλλά η χαρά δεν ήρθε τόσο στο γκολ του Χαριστέα, όσο στο τέλος του αγώνα. Καθώς μετά το γκολ είχαμε πάντα μια αίσθηση ότι η Πορτογαλία μπορεί να ισοφαρίσει. Ήταν πολύ δύσκολο παιχνίδι οπότε η έκρηξη των συναισθημάτων ήρθε μετά το τελευταίο σφύριγμα.”
Το γιορτάσατε εδώ στο Έσσεν με τους Έλληνες που υπάρχουν εδώ;
“Ναι, θυμάμαι ότι αρκετοί Έλληνες είχαν έρθει έξω από το σπίτι μας και κόρναραν, φωνάζανε, τραγουδούσανε και γιορτάζανε για καμιά ώρα αλλά εμείς δεν βγήκαμε από το σπίτι (γελάει).”
Όταν επέστρεψαν στην Ελλάδα ήταν πια ο “Βασιλιάς Όττο”. Εδώ τί έλεγαν;
“Του είχαν βγάλει πολλά παρατσούκλια, όπως το Ρεχακλής, αλλά και σε άλλες ομάδες όπως η Βρέμη και η Καϊζερσλάουτερν, οπότε δεν ήταν κάτι κανούριο για μας”.