Ο Ντεμέτριο Αλμπερτίνι υπήρξε ένας από τους θρύλους της Μίλαν, διαθέτοντας ιδανική εγκεφαλική ποδοσφαιρική λειτουργία, μακρινές μπαλιές ακριβείας και μπόλικη φινέτσα.

Ο Ντεμέτριο Αλμπερτίνι υπήρξε ένας από τους θρύλους της Μίλαν, διαθέτοντας ιδανική εγκεφαλική ποδοσφαιρική λειτουργία, μακρινές μπαλιές ακριβείας και μπόλικη φινέτσα.
Ο Ιταλός κεντρικός μέσος Ντεμέτριο Αλμπερτίνι (Demetrio Albertini), γεννήθηκε στις 23 Αυγούστου του 1971, στη Μπεσάνα ιν Μπριάντσα, μια πόλη της Λομβαρδίας, κοντά στη Μόντσα. Θεωρείται ευρέως ως ένας από τους Θρύλους της Μίλαν της δεκαετίας του 1990 και από τους βασικούς παίκτες για την ιταλική εθνική ομάδα της ίδιας περιόδου. Πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της καριέρας του με τη Μίλαν στην ιταλική Serie A, κατακτώντας πολλά τρόπαια, μεταξύ των οποίων 5 ιταλικούς τίτλους της Serie A και 2 Τσάμπιονς Λιγκ με την ομάδα. Ήταν ένας χαφ που τα -κυριολεκτικά- τα έκανε όλα! Ένας μέσος με επιθετικό κυρίως ρόλο, πριν την καθιέρωση του όρου «deep-lying playmaker», δηλαδή του δημιουργικού πλέι μέικερ με οργανωτικές ικανότητες από ρόλους σχεδόν αμυντικού μέσου, τον εφάρμοζε τέλεια σε δύο εκπληκτικές φουρνιές της Μίλαν, ειδικά στην πρώτη επί Αρίγκο Σάκι (Arrigo Sacchi) και Φάμπιο Καπέλο (Fabio Capello).
Προικισμένος τεχνικά , υπήρξε ο καθοδηγητής του κάλτσιο πριν την έλευση του Αντρέα Πίρλο (Andrea Pirlo)! Έφυγε από την Μίλαν το 2002 και ύστερα από μονοετείς θητείες στην Ατλέτικο Μαδρίτης, τη Λάτσιο και την Αταλάντα, έπαιξε την τελευταία του σεζόν (2004/05) για την Μπαρτσελόνα, κατακτώντας το ισπανικό πρωτάθλημα. Υπήρξε σημαντικό μέλος της ιταλικής εθνικής ομάδας και ήταν μέλος των ομάδων που αγωνίστηκαν στα Παγκόσμια Κύπελλα του 1994 και του 1998, καθώς και στα Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα του 1996 και του 2000, φτάνοντας στον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1994 και του Euro 2000.
Έκανε τα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα στις ακαδημίες της Μίλαν, κατορθώνοντας να ξεχωρίσει. Προωθήθηκε πλάι στους επαγγελματίες του συλλόγου, κάνοντας το ντεμπούτο του στη Serie A’ σε ηλικία 17 ετών, κατά τη διάρκεια της περιόδου 1988/89, στις 15 Ιανουαρίου του 1989, σε μια εντός έδρας νίκη 4-0 επί της Κόμο. Το καλοκαίρι του 1990 παραχωρήθηκε ως δανεικός για έναν χρόνο στην Πάντοβα προκειμένου να «ψηθεί», καταγράφοντας 28 παρουσίες και 5 τέρματα με τους «μπιανκοσκουντάτι» καταφέρνοντας να εντυπωσιάσει, ενώ βραβεύτηκε και από την ‘’diadora’’ ως ένας από τους πιο ελπιδοφόρους νέους Ιταλούς αστέρες! Έτσι, όταν ολοκληρώθηκε ο δανεισμός του επέστρεψε στους Μιλανέζους και καθιερώθηκε άμεσα στο βασικό σχήμα τους.
Έμεινε στη δύναμή τους έως το 2002 και σ’ αυτό το διάστημα έκανε 293 εμφανίσεις στην ιταλική Serie A’, σκοράροντας 21 γκολ και 406 συνολικές εμφανίσεις σταδιοδρομίας για τη Μίλαν, σκοράροντας 28 γκολ σε όλες τις διοργανώσεις. Σημείωσε το προσωπικό ρεκόρ του, σκοράροντας 8 γκολ κατά τη διάρκεια της σεζόν 1996/97. Κατέκτησε πολλούς τίτλους κατά τη διάρκεια των ετών του στο Μιλάνο, συμπεριλαμβανομένων 5 πρωταθλημάτων, εκ των οποίων 3 διαδοχικών το 1992, το 1993 και το 1994 και 2 ακόμα το 1996 και το 1999. Επιπλέον, έκανε 41 εμφανίσεις στο Champions League, βοηθώντας τους «ροσονέρι» να φτάσουν σε 3 συνεχόμενους τελικούς της Υπέρτατης Ευρωπαϊκής Διασυλλογικής Διοργάνωσης, μεταξύ του 1993 (ήττα 0-1 από την Μαρσέιγ) και του 1995 (ήττα 0-1 από τον Άγιαξ), κατακτώντας το τρόπαιο στο 1994, νικώντας με 4-0 την Μπαρτσελόνα στην Αθήνα. Κατέκτησε επίσης 2 Ευρωπαϊκά Σούπερ Καπ (1989 και 1994), 4 ιταλικά Σούπερ Καπ (1988, 1992, 1993, 1994) και το Διηπειρωτικό Κύπελλο του 1989, παίζοντας δίπλα σε κορυφαίους ποδοσφαιριστές της σύγχρονης ιστορίας των «ροσονέρι» όπως οι Φράνκο Μπαρέζι (Franco Baresi), Μάουρο Τασότι (Mauro Tassotti), Ζβόνιμιρ Μπόμπαν (Zvonimir Boban), Ρουντ Γκούλιτ (Ruud Gullit), Ντέγιαν Σαβίσεβιτς (Dejan Savićević), Αλεσάντρο Κοστακούρτα (Alessandro “Billy” Costacurta), Φρανκ Ράικαρντ (Franklin Edmundo Rijkaard), Πάολο Μαλντίνι (Paolo Cesare Maldini), Μάρκο φαν Μπάστεν (Marcel “Marco” van Basten), κ.ά.! Παρέμεινε στη Μίλαν μέχρι το 2002, όταν ο μάνατζέρ του και πρώην συμπαίκτης του, ο Κάρλο Αντσελότι (Carlo Ancelotti) προτιμούσε να παίζει με τον αναδυόμενο Αντρέα Πίρλο (Andrea Pirlo) στη θέση του.
Πήγε δανεικός στην Ατλέτικο Μαδρίτης και στους δώδεκα μήνες που ήταν κάτοικος του ‘’Βιθέντε Καλδερόν’’ χρησιμοποιήθηκε σε 28 παιχνίδια και πέτυχε 2 γκολ. Επαναπατρίστηκε για λογαριασμό της Λάτσιο στην οποία έμεινε για μια μόνο περίοδο και την οποία βοήθησε να κερδίσει το Κύπελλο Ιταλίας, τον μοναδικό τίτλο που δεν κατέκτησε με την Μίλαν, σκοράροντας 2 γκολ σε 23 εμφανίσεις για τον σύλλογο. Στη συνέχεια μεταγράφηκε στην Αταλάντα, όμως ένα εξάμηνο μετά την έλευσή του στους «νερατζούρι» μετακινήθηκε στη Μπαρτσελόνα και χάρηκε μαζί της το πρωτάθλημα Ισπανίας το καλοκαίρι του 2005! Τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς αποσύρθηκε ως παίκτης των «μπλαουγκράνα» από την ενεργό δράση.
Έκανε το ντεμπούτο του στην ιταλική εθνική ομάδα, στις 21 Δεκεμβρίου του 1991, σε ηλικία 20 ετών, σε μια νίκη 2-0 εναντίον της Κύπρου στη Φότζια. Χρίστηκε 79 φορές διεθνής και σημείωσε 3 γκολ. Το 1992 αγωνίστηκε με την εθνική ομάδα στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1992 στη Βαρκελώνη, ενώ κατέκτησε το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Νέων της ίδιας χρονιάς. Αγωνίστηκε σε δύο Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα, αυτά του 1996 και του 2000 και σε ισάριθμα Παγκόσμια Κύπελλα, αυτά του 1994 στις ΗΠΑ και του 1998 στη Γαλλία. Ευτύχησε να πάρει μέρος στον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1994 καθώς και σε εκείνον του Euro του 2000, ωστόσο και στις 2 περιπτώσεις έφυγε ηττημένος από το γήπεδο, από Βραζιλία και Γαλλία, αντίστοιχα! Έχασε τη συμμετοχή στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2002, λόγω ενός τραυματισμού στον αχίλλειο τένοντα. Το τελευταίο διεθνές παιχνίδι του ήταν σε μια εκτός έδρας νίκη 2-1 επί της Αγγλίας στο Λιντς, σε ένα διεθνές φιλικό αγώνα, τον Μάρτιο του 2002. Ήταν ο αρχηγός της σε 6 παιχνίδια.
Ο Ντεμέτριο Αλμπερτίνι ήταν ένας πλήρης, έμπειρος και ψύχραιμος μέσος, ο οποίος ήταν προικισμένος με αξιοσημείωτη αντοχή και δύναμη, καθώς και εξαιρετική τεχνική κατάρτιση, προσόντα τα οποία του επέτρεψαν να θεωρηθεί ως ένας από τους Καλύτερους Μέσους της γενιάς του. Τα βασικά πλεονεκτήματα του ως παίκτης ήταν η επιθετικογενής νοοτροπία του, η εξαιρετική του διορατικότητα, η τακτική ευφυΐα, ο έλεγχος της μπάλας, αλλά πάνω απ’ όλα, το εύρος των λαμπρών του μεταβιβάσεων, προσόντα τα οποία τον καθιέρωσαν σαν βασικό μέλος της Μίλαν, αλλά και των ιταλικών εθνικών ομάδων της δεκαετίας του 1990 και των αρχών της δεκαετίας του 2000. Ήταν επίσης γνωστός για τα ισχυρά του σουτ από απόσταση. Λίγοι παίκτες ήταν σε θέση να αναπαράγουν τις απίστευτες μακριές μεταβιβάσεις και τα εξαιρετικής δύναμης σουτ από απόσταση του Αλμπερτίνι και πολλοί έχουν παρομοιάσει τις ικανότητές του με εκείνες του Ρόναλντ Κούμαν (Ronald Koeman). Υπήρξε επίσης ένας σπεσιαλίστας στις εκτελέσεις πέναλτι και εξαιρετικός εκτελεστής στημένων φάσεων, τομέας που διακρίθηκε ιδιαίτερα για τα δυνατά χτυπήματά του χωρίς φόρα και σε νεκρό χρόνο. Αν και ουσιαστικά ήταν ένας εργατικός, ευφυής, προικισμένος με εξαιρετική τεχνική ικανότητα και δημιουργικός κεντρικός μέσος ή ένας δημιουργικός πλέι μέικερ με οργανωτικές ικανότητες από ρόλους σχεδόν αμυντικού μέσου, ήταν σε θέση, λόγω της τακτικής ευφυΐας του, να συνδέει άριστα την αμυντική με την επιθετική πτυχή του παιχνιδιού της ομάδας. Το ευρύ φάσμα των ικανοτήτων του, τού επέτρεψαν να παίξει σε διάφορες θέσεις στη μεσαία γραμμή, συμπεριλαμβανομένων των πτερύγων, λόγω της ικανότητάς του στη ντρίμπλα.Στη Μίλαν, αλλά και στην εθνική ομάδα της Ιταλίας, είχε θεωρηθεί ως κληρονόμος του Κάρλο Αντσελότι και αργότερα ως προκάτοχος του Αντρέα Πίρλο στον άξονα της μεσαίας γραμμής των ομάδων, χάρη στην ικανότητά του να ελέγχει το παιχνίδι και να ρυθμίζει το ρυθμό του, συχνά θεωρούμενος ως ο «Δημιουργικός Εγκέφαλος» και ο «Μετρονόμος» των ομάδων του. Πολλοί ειδικοί του ποδοσφαίρου, παραλληλίζουν τους Αλμπερτίνι και Πίρλο, ως τους Κορυφαίους στη μεσαία γραμμή σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο, με το Πίρλο να αναδεικνύεται διάδοχός του στο ιταλικό ποδόσφαιρο, τόσο για τη Μίλαν, όσο και για την ιταλική εθνική ομάδα. Όπως ο Ντεμέτριο Αλμπερτίνι, έτσι και ο Αντρέα Πίρλο υπήρξε ένας δημιουργικός πλέι μέικερ με οργανωτικές ικανότητες από ρόλους σχεδόν αμυντικού μέσου, ο οποίος διέθετε εξαιρετική τεχνική κατάρτιση, απίστευτες ικανότητες χειρισμού της μπάλας, διορατικότητα και εύρος μεταβιβάσεων και που ήταν επίσης ένας ειδικός σε εκτελέσεις στημένων φάσεων και μια σοβαρότατη απειλή με τα σουτ από απόσταση. Εκτός από τις ποδοσφαιρικές του δεξιότητες, ο Αλμπερτίνι ήταν επίσης γνωστός για τη σωστή συμπεριφορά του μέσα στον αγωνιστικό χώρο και θεωρήθηκε ως σύμβολο και ηγέτης τόσο σε συλλογικό, όσο και εθνικό επίπεδο.
Σήμερα είναι ο αθλητικός διευθυντής της Πάρμα και εκτελεί χρέη αντιπροέδρου της ιταλικής ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας.
ΠΗΓΗ: Ευλογημένο ποδόσφαιρο, Wikipedia, balleto