Ο Σέρβος τεχνικός αναφέρθηκε και στο ενδεχόμενο να αναλάβει την τεχνική ηγεσία της Σερβίας, ενώ παράλληλα μίλησε και για την Ελλάδα, την οποία χαρακτήρισε ως δεύτερη πατρίδα του. Ο Ίβιτς μίλησε στην ιστοσελίδα «Kurir». Αναλυτικά δήλωσε:
Για το ενδιαφέρον της Παρτιζάν: «Είχα επαφές και με την Παρτιζάν και με την ομοσπονδία της Σερβίας, αλλά τελικά αποφάσισα να μείνω εκτός Σερβίας για προσωπικούς μου λόγους. Ακολουθώ το σερβικό ποδόσφαιρο, πιστεύω σε αυτό. Και το πρωτάθλημα είναι δυνατό, αλλά και η εθνική ομάδα. Ποτέ δεν ξέρεις τι μπορεί να συμβεί στο μέλλον. Δεν μπορώ να πω τώρα ότι θέλω να αναλάβω την Παρτίζαν, ούτε ότι δε θα το κάνω. Δε θα μπω σε λεπτομέρειες για αυτό τώρα. Αυτό είναι ένα ερώτημα στο οποίο δεν μπορώ να δώσω συγκεκριμένη απάντηση».
Για την Κράσνονταρ και αν σκέφτηκε να την απορρίψει λόγω πολέμου: «Ήμουν στο παρελθόν στο Ισραήλ. Πέρα από αυτό που συμβαίνει τώρα εκεί, οι σχέσεις εκεί ήταν πολύ τεταμένες στο παρελθόν, όλα τα πράγματα συνέβαιναν εκεί. Η Ρωσία ήταν σίγουρα μια νέα πρόκληση για μένα, αλλά αν ρωτάτε λόγω αυτής της στρατιωτικής επιχείρησης στο έδαφος της Ουκρανίας, δεν ήταν μεγάλο πρόβλημα για μένα. Δουλεύω στο ποδόσφαιρο, στον αθλητισμό, κάνω τη δουλειά μου με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Η κατάσταση σε όλη τη Ρωσία είναι αρκετά φυσιολογική, ταξιδεύουμε όλη την ώρα. Όλα εκτός από το αεροδρόμιο λειτουργούν καλά. Δεν είδα ότι αυτό μπορεί να είναι πρόβλημα».
Για τα μηνύματα από φίλους της Γουότφορντ που ζητούν να επιστρέψει στην ομάδα τους: «Για να είμαι ειλικρινής, είναι η πρώτη φορά που λαμβάνω αυτές τις πληροφορίες, γιατί λογικά δε χρησιμοποιώ τα κοινωνικά δίκτυα. Για πρώτη φορά σκέφτηκα πολύ αν θα δεχτώ αυτή την πρόκληση. Ήξερα πώς λειτουργούσε ο σύλλογος, ο ιδιοκτήτης είχε άλλους δύο συλλόγους σε άλλες χώρες. Αλλά ήταν ξεκάθαρο για μένα πόσο δύσκολο είναι να πας στην Αγγλία για να δουλέψεις ως προπονητής, ειδικά αν είσαι Σέρβος. Έτσι, αποδέχτηκα αυτή την πρόταση. Αλλά είναι πολύ δύσκολο να δουλέψεις σε αυτόν τον σύλλογο, απολύθηκα τον Δεκέμβριο του 2020. Τρία χρόνια αργότερα, άλλαξαν δέκα ακόμη προπονητές! Αυτή είναι η φιλοσοφία του αφεντικού. Κάποιος μπορεί να το δεχτεί και κάποιος όχι. Μπορώ να πω ότι ήταν μια καλή εμπειρία. Το αν θα επέστρεφα στην Αγγλία; Αν εμφανιζόταν μια καλή προσφορά, γιατί όχι, αλλά στη Γουότφορντ δεν υπάρχει περίπτωση».
Για το πως ξεκίνησαν οι επαφές με την Κράσνονταρ: «Μίλησα με την Κράσνονταρ πριν από δύο χρόνια και ήμουν πολύ κοντά στο να υπογράψω συμβόλαιο. Εκείνη τη στιγμή αποφάσισαν να πάρουν τον Γερμανό Φάρκε, οπότε είχαν Ρώσο προπονητή πριν έρθω. Μιλήσαμε, υπήρξαν πολλά επαγγελματικά αιτήματα από την πλευρά τους. Πώς θέλουν, τι θέλουν, πώς θέλουν να αναπτύξουν νέους παίκτες. Δε θέλαμε να αλλάξουμε τη φιλοσοφία, αλλά θέλαμε να αλλάξουμε το γεγονός ότι το παιχνίδι πρέπει να βασίζεται στο αποτέλεσμα. Η Κράσνονταρ παίζει με αυτόν τον σχηματισμό 4-3-3, που έχει παίξει στο παρελθόν».
Για το ότι στη Ρωσία ανακηρύχθηκε τρεις σερί φορές ο προπονητής του μήνα: «Αυτό έχει να κάνει με την απόδοση του προπονητικού μου επιτελείου, αλλά και πριν από αυτό, είναι η απόδοση των παικτών. Οι παίκτες είναι αυτοί που κάνουν αυτό που τους ζητάς, είναι αυτοί που παλεύουν και αυτοί που κάνουν τον προπονητή… καλό προπονητή. Παρεμπιπτόντως, δεν επιλέγω φίλους για να εργαστώ στο επαγγελματικό μου επιτελείο, αλλά ανθρώπους που μπορούν να συνεισφέρουν. Άνθρωποι από τους οποίους μπορώ να ακούσω διαφορετική γνώμη, άνθρωποι που θα ανοίξουν διαφορετικούς ορίζοντες στη δουλειά μου. Δουλεύω με τον Μίλος Βεσελίνοβιτς σχεδόν από την πρώτη μέρα. Είναι βοηθός μου, μοιράζομαι μαζί του τα καλά και τα κακά. Εκτός από αυτόν, υπάρχουν ακόμη δύο Έλληνες, ο προπονητής τερματοφυλάκων Χρήστος Κελπέκης και ο προπονητής προετοιμασίας Νίκος Αμανατίδης. Δεύτερος βοηθός προπονητή είναι ο Σίνισα Γκόγκιτς. Λοιπόν, αυτοί είναι οι άνθρωποι που δουλεύουν μαζί μου και ό,τι απέκτησα ανήκει και σε αυτούς. Πρέπει να πω ότι μου αρέσει πολύ να δουλεύω μαζί τους, και μάλιστα μερικές φορές Πρέπει να πω ότι μου αρέσει πολύ να δουλεύω μαζί τους, και μάλιστα μερικές φορές όταν μαλώνουμε. Χωρίς αυτούς θα ήταν πολύ δύσκολο για μένα να το πετύχω».
Για το αν είναι πρόβλημα για αυτόν η γλώσσα και το σε ποια πόλη θα ήθελε να επιστρέψει: «Δεν είναι πρόβλημα για μένα. Τα ελληνικά είναι η δεύτερη γλώσσα μου, γνωρίζω και αγγλικά, και αυτή τη στιγμή μαθαίνω ρωσικά. Έχει πολλές ομοιότητες με τα σερβικα. Έχουμε επίσης μεταφραστές και οι παίκτες καταλαβαίνουν κυρίως αγγλικά. Δεν υπάρχουν πολλά προβλήματα στο ποδόσφαιρο όταν πρόκειται για αυτό το φράγμα. Είμαι δεμένος με την Ελλάδα. Μου αρέσει να έρχομαι στη Σερβία, να επισκέπτομαι τη μητέρα μου και τους φίλους μου, αλλά η γυναίκα και οι κόρες μου μένουν στη Θεσσαλονίκη. Απλώς μου αρέσει περισσότερο να περνάω τον χρόνο μου στη Θεσσαλονίκη».