Μετά από 7 αγωνιστικές στην Ευρωλίγκα, η Μακάμπι Τελ Αβίβ ψάχνει επειγόντως ενισχύσεις. Μπορεί τρία ματς να έχουν χαθεί στο σουτ, όμως η αμυντική ικανότητα της ομάδας δεν αντιστοιχεί στις φιλοδοξίες της.

Λίγοι περίμεναν πως μετά από 7 αγωνιστικές στην Ευρωλίγκα η Μακάμπι θα μετρούσε μόλις 2 νίκες. Ακόμα λιγότεροι πως μια ομάδα με προπονητή τον Γιάννη Σφαιρόπουλο θα έδειχνε τόσο ευάλωτη στα μετόπισθεν, αφού ο Έλληνας κόουτς είναι γνωστός για την προτεραιότητα που βάζει στο αμυντικό κομμάτι. 

Τι φταίει λοιπόν και η άμυνα της «ομάδας του λαού» παρουσιάζει αυτή την προβληματική εικόνα; 

Εν αρχή, το ρόστερ. Σε σχέση με το περσινό ρόστερ, η Μακάμπι έχασε παίκτες που προσωποποιούσαν την σκληράδα και το αμυντικό φίλτρο που την χαρακτήριζε. Οι περιπτώσεις των Κούνσι Έισι και Τάρικ Μπλακ είναι οι πιο χαρακτηριστικές: οι δύο Αμερικανοί αντικαταστάθηκαν από τους Ντράγκαν Μπέντερ και Άντε Ζίζιτς. Σε σχέση με τους Κροάτες, οι Αμερικανοί ήταν ασύγκριτα πιο αποτελεσματικοί σε επίπεδο αμυντικής προσήλωσης, αντίληψης και εν τέλει ικανότητας.

Ο Σφαιρόπουλος προσπαθεί να βρει λύσεις με τον Μπέντερ στο «4», δίπλα στον Ζίζιτς, όμως ο νεαρός PF/C είναι φανερά εκτός φόρμας λόγω αγωνιστικής απραξίας, ενώ επιπλέον καλείται να προσαρμοστεί εκ νέου στις ανάγκες του ευρωπαϊκού στυλ παιχνιδιού. Στην περίπτωση του Ζίζιτς, τα επιθετικά του χαρίσματα είναι ανώτερα του Μπλακ, όμως η οφθαλμοφανής δυσκολία του στην pnr άμυνα τον καθιστά σταθερό στόχο των αντιπάλων. 

Το πρόβλημα της Μακάμπι μεγεθύνεται από τη στιγμή που απουσιάζουν λόγω τραυματισμών ο Γιοβέλ Ζούσμαν και ο Όμρι Κάσπι. Ο πρώτος είναι εύκολα ο πιο πολυσύνθετος αμυντικός που ο Σφαιρόπουλος έχει στο ρόστερ, ικανός υπό συνθήκες να μαρκάρει από «1» (πλην κατηγορίας «σβούρας», Τζέιμς, Λάρκιν) ως το «4» και να κλείσει κάποιες από τις τρύπες που ανοίγουν σε άλλες θέσεις.

Ο Κάσπι από την άλλη έχει να πατήσει παρκέ Ευρωλίγκας περισσότερο από ένα χρόνο και ειδικά φέτος αφήνει τεράστιο κενό στη θέση «4», αφού ο συμπαθής Καλέριο έχει – και αυτός – σοβαρές αμυντικές αδυναμίες σε επίπεδο αθλητικότητας και μεγέθους. Είναι μάλιστα ενδεικτικό πως η περσινή Μακάμπι, η ομάδα που δεχόταν μόλις 72.1 πόντους στα πρώτα 7 παιχνίδια της σεζόν, είχε τον Αμερικανοϊταλό εκτός αποστολής, ως 13ο παίκτη και μάλιστα συζητούσε την αποδέσμευση του. 

Ακόμα και πρόπερσι, όταν ο Σφαιρόπουλος ανέλαβε την 9η αγωνιστική με την Μακάμπι να είναι στον πάτο του 1-6, η αμυντική συμπεριφορά της ομάδας βελτιώθηκε ταχύτατα. Στα πρώτα 7 ματς με τον Θεσσαλονικιό κόουτς, οι Ισραηλινοί δέχονταν μόλις 75.7 πόντους ανά αγώνα, χρησιμοποιώντας σωστά τα αμυντικά ένστικτα των Κέιν, Τάιους, Μπλακ για να κλείνουν τη θέα προς το καλάθι τους. 

Φυσικά δεν θα πρέπει να ξεχνάμε πως η Μακάμπι είναι η ομάδα του Γουίλμπεκιν: ενός εκρηκτικού χαρισματικού γκαρντ που χρειάζεται προστασία στην άμυνα για να μπορεί να είναι αποτελεσματικός στην επίθεση. Αν προσθέσει κανείς στην εξίσωση τα παρόμοια αγωνιστικά χαρακτηριστικά του Τάιλερ Ντόρσι στο «2», συμπεραίνει εύκολα κανείς πως για να αγωνίζονται μαζί αυτοί οι δύο, και ακόμα περισσότερο για να μπορεί να υποστηριχθεί σχήμα τριών γκαρντ (μαζί με τον Μπράιαντ), θα πρέπει η φροντ λάιν να είναι σε θέση να ισορροπεί το σχήμα με σκληράδα, τραχύτητα, αθλητικότητα και αμυντικό φίλτρο, ειδάλλως το καράβι μπάζει νερά. 

Είναι σε ένα βαθμό λογικό να ισχυριστεί κανείς πως η Μακάμπι αδικείται με αυτό το 2-5: πιθανώς μία νίκη παραπάνω να αντιπροσώπευε καλύτερα τις φετινές τις εμφανίσεις, όμως κάτι τέτοιο δεν θα άλλαζε στην μεγάλη εικόνα. Τα δημοσιεύματα των τελευταίων ημερών φέρνουν κοντά στην επιστροφή τον Κούινσι Έισι, ενώ προ μηνός κυκλοφορούσε παρόμοια φήμη για τον Αμάρε Στανταμάιρ. Μοιάζει δεδομένο πως ο πρώτος είναι πολύ πιο απαραίτητος από τον πρώτο, όπως δεδομένο είναι ότι στο Τελ Αβίβ ξέρουν πως για να σωθεί η σεζόν θα χρειαστούν ενισχύσεις. Η Μακάμπι δεν είναι περισσότερο ασυγχρόνιστη από (πολλές) άλλες ομάδες, ενώ ο δείκτης επιθυμίας και προσπάθειας είναι σε υψηλά επίπεδα. Το πρόβλημα μοιάζει να είναι δομικό.