Αυτή τη φορά το ραντεβού των τεσσάρων δεν είχε λαθρεπιβάτες τύπου Μακάμπι, έτοιμους για ριφιφί από το πουθενά. Στη Μαδρίτη είχαν φτάσει οι τέσσερις καλύτερες ομάδες της σεζόν: οι τρεις είχαν το πλεονέκτημα έδρας και προκρίθηκαν χωρίς πολλά-πολλά και μόνο ο Ολυμπιακός χρειάστηκε να σπάσει την έδρα της Μπαρτσελόνα και να σφραγίσει το εισιτήριο για την ισπανική πρωτεύουσα με το αλήστου μνήμης τρίποντο του Πρίντεζη στο Ειρήνης και Φιλίας. Και πάλι όμως οι ερυθρόλευκοι έπαιρναν την βολική τους θέση ως αουτσάιντερ ανάμεσα στην ΤΣΣΚΑ Μόσχας, την Φενέρμπαχτσε του Ζέλικο Ομπράντοβιτς και την οικοδέσποινα Ρεάλ, που είχε χάσει τους δύο προηγούμενους τελικούς.
Ξέρετε αυτό το τσιτάτο, πως τα δεύτερα μέρη των κινηματογραφικών ταινιών είναι χειρότερα από τα πρώτα ή πως τα ριμέικ των αυθεντικών εκδόσεων δεν είναι ποτέ τόσο καλά όσο τα αυθεντικά; Από μπασκετικής άποψης, αυτό επιβεβαιώθηκε στη Μαδρίτη, αλλά και… διαψεύστηκε την ίδια στιγμή.
Βλέπετε ο Ολυμπιακός δεν χρειάστηκε να κάνει ανατροπή από το -21 για να λυγίσει την ΤΣΣΚΑ του Δημήτρη Ιτούδη, που είχε φτάσει στη Μόσχα για να λειτουργήσει ως… εξορκιστής. Όμως το με το σκορ στο 63-54, το ρολόι να δείχνει 3:39 για το τέλος και τον Βασίλη Σπανούλη να περιφέρεται ως άστοχο φάντασμα στο παρκέ, οι ερυθρόλευκοι του Γιάννη Σφαιρόπουλου ένιωθαν δικαιολογημένα τις πλάτες του κολλημένες στον τοίχο. Μέχρι που ο τύπος με το «7»… σεληνιάστηκε. Όταν η Σπανούλεια αστρόσκονη κατακάθισε, το χρονόμετρο είχε μηδενιστεί και το σκορ έγραφε 68-70.
Ήταν άλλη μία θρυλική πρόκριση, μόνο που είχε έρθει με βαρύ κόστος σε δυνάμεις και φρεσκάδα. Με δεδομένα μικρότερο βάθος στον πάγκο σε σχέση με τη Ρεάλ που είχε την άνεση να αφήνει εκτός rotation κοτζάμ Μπουρούση, ο Ολυμπιακός δεν άντεξε απέναντι στην ποιότητα και τις λύσεις της βασίλισσας. Το τελικό 78-59 έφερε τη σφραγίδα όχι τόσο πολύ του Γιουλ, του Τσάτσο ή του Ρούντι, αλλά των δύο φόργουορντ που έδωσαν στη Ρεάλ την σκληράδα που συχνά διαχωρίζει τον διεκδικητή από τον πρωταθλητή, του Γιόνας Ματσιούλις και του Τσάπου Νοσιόνι. Ο Αργεντινός έγινε μάλιστα ένας από τους λιγότερο προβλέψιμους MVP στην ιστορία των φάιναλ φορ.