Η 7η Απριλίου είναι μια ξεχωριστή ημερομηνία στην ιστορία της Μακάμπι Τελ Αβίβ. Είναι η επέτειος του πρώτου Ευρωπαϊκού τίτλου που κέρδισε στο μπάσκετ και θεωρείται περίπου εθνική αθλητική εορτή στο Τελ Αβίβ, εφάμιλλη, με την 14η Ιουνίου του 1987 για το Ελληνικό μπάσκετ. Το 1977, δέκα χρόνια πριν το έπος της δικής μας εθνικής ομάδας γράφτηκε το πρώτο μεγάλο κεφάλαιο στην ιστορία της μπασκετικής Μακάμπι και στην ουσία τη μετέτρεψε σε ‘’ομάδα του λαού’’ στο Ισραήλ.
Για να συμβούν όμως όλα αυτά είχε προηγηθεί μια συγκυρία γεγονότων που ξεκίνησαν οκτώ χρόνια νωρίτερα και κυρίως το ‘’εθνικό όραμα’’ ενός ανθρώπου. Ο 80χρονος σήμερα Σιμόν Μιζράχι το 1969 δεν ήταν τίποτε περισσότερο από ένας φέρελπις δικηγόρος που είχε αποκτήσει καλή φήμη και ειδίκευση σε υποθέσεις που αφορούσαν τροχαία ατυχήματα! Ήταν φανατικός φίλος του μπάσκετ και μόνιμος θεατής των αγώνων της Μακάμπι, όταν τον προσέγγισαν διοικητικά στελέχη της ομάδας για να βοηθήσει οικονομικά το τμήμα που κινδύνευε να χρεωκοπήσει. Είναι πιθανό ο Μιζράχι να μην έβαλε ούτε ένα δολάριο στα ταμεία της ομάδας από τα προσωπικά του χρήματα αλλά προσφέρθηκε να αναλάβει την προεδρία του συλλόγου. Από την αρχή ο Μιζράχι είχε ένα πράγμα στο μυαλό του: Να γίνει η Μακάμπι μια διεθνής δύναμη στο μπάσκετ και να αποτελεί τη διαφήμιση του αθλητισμού του Ισραήλ! Κάτι τέτοιο στις αρχές της δεκαετίας του ’70 έμοιαζε απόλυτα ουτοπικό. Η Μακάμπι δεν καν ήταν η σταθερά καλύτερη ομάδα στο εγχώριο πρωτάθλημα που είχε ξεκινήσει το 1953 και μόλις εκείνη τη χρονιά είχε χάσει (ξανά) τα πρωτεία από την ‘’αιώνια αντίπαλο’’ της Χαποέλ Τελ Αβίβ. Στο νεότευκτο Κύπελλο Πρωταθλητριών Ευρώπης η Μακάμπι έπαιζε από το….παράθυρο όπως και πολλές άλλες ομάδες εκτός Ευρώπης για δύο λόγους: Επειδή δεν υπήρχε μια ανάλογη διοργάνωση στην Ασία αλλά και αν υπήρχε για πολιτικούς λόγους δεν θα μπορούσε να παίξει απέναντι σε Αραβικές ομάδες. Κάπως έτσι η Μακάμπι όπως ομάδες από την….Μοζαμβίκη, τη Συρία, την Αίγυπτο και το….Μαρόκο αποτελούσε εύκολο στόχο για τα Ευρωπαϊκά μεγαθήρια. Στις πρώτες της συμμετοχές στο Κύπελλο Πρωταθλητριών γνώριζε γρήγορους αποκλεισμούς στον πρώτο ή τον δεύτερο προκριματικό γύρο από ομάδες που σήμερα είναι απλές…..κουκίδες στον μπασκετικό χάρτη ή έχουν σβήσει εντελώς απ΄ αυτόν όπως η Στεάουα Βουκουρεστίου, η Ακαντέμικ Σόφιας, η Ολίμπια Λιουμπλιάνας και η Σπάρτακ Μπρνό. Μέχρι το 1964 και πριν κερδίσει την ΑΕΚ –από την οποία επίσης αποκλείστηκε- το Ευρωπαϊκό κοντέρ της έγραφε: 0 νίκες-10 ήττες! Την ημέρα που ανέλαβε την προεδρία της ο Μιζράχι δεν είχε βελτιωθεί ιδιαίτερα: 2 νίκες-12 ήττες και είχε να επιδείξει μόνο μια σπουδαία χρονιά στο ελάχιστα δημοφιλές Κύπελλο Κυπελλούχων, στον τελικό του οποίου είχε παίξει το 1967 χάνοντας όμως από την πανίσχυρη Ινις Βαρέζε.
Ο Μιζράχι γρήγορα πήρε τις αποφάσεις του. Αντικατέστησε τον επί εικοσαετία προπονητή θρύλο της ομάδας Γιεχοσούα Ροζίν και φρόντισε να κοπάσει τις φωνές διαμαρτυρίας προσλαμβάνοντας ένα άλλο θρύλο. Ο Ραλφ Κλάιν που είχε ‘’κλέψει’’ μερικούς τίτλους πρωταθλητή από τη Μακάμπι δουλεύοντας στην ‘’ταξική εχθρό’’ Χαποέλ είχε αναδειχθεί νωρίτερα στον καλύτερο μεταπολεμικό παίκτη που φόρεσε την κίτρινη-μπλε εμφάνιση! Μόνο που πέρα από ένα ακόμη παίκτη-τοτέμ του Ισραηλινού μπάσκετ, τον Τανχούμ ή ‘’Τάνι’’ Κοέν-Μίντζ, ένα σέντερ γίγαντα για τα δεδομένα της εποχής με μπόι 2μ.04 αγωνιστικά η Μακάμπι δεν είχε τίποτε το ξεχωριστό. Ο Μιζράχι σκέφτηκε απλά και πρακτικά: Από τη στιγμή που δεν είχε ξεκινήσει η παραγωγή γηγενών μπασκετμπολιστών έπρεπε να τους εισάγει. Το επόμενο εμπόδιο ήταν να κάμψει την αντίσταση των εγχώριων θεσμών που δεν ήθελαν να ακούσουν κουβέντα για ξένους παίκτες! Κάπως έτσι άρχισε να ψάχνει Αμερικάνους με Ισραηλινές ρίζες που με βάση τους νόμους του κράτους μπορούσαν να πάρουν αυτόματα υπηκοότητα. Έπεισε τον πρώτο σούπερ σταρ του Ισραηλινού μπάσκετ τον αμερικανο-εβραίο Ταλ Μπρόντι να επιστρέψει στην ομάδα και έκανε το πρώτο βήμα για τη….δόξα! Ο Μπρόντι ένας γκαρντ εκπληκτικά γρήγορος ήταν αυτός που άλλαξε κυριολεκτικά και μεταφορικά τη σχέση των Ισραηλινων με το μπάσκετ στη δεκαετία του ’70 αφού μέχρι τη δική του παρουσία το άθλημα παιζόταν σε ρυθμούς….περιπάτου! Ο Μπρόντι είχε παίξει στην ομάδα του 1967 και πείστηκε να γυρίσει στη Μακάμπι παρότι για να πάρει και την ισραηλινή υπηκοότητα ήταν υποχρεωτικό να υπηρετήσει στρατιωτική θητεία!!!
Το δεύτερο βήμα για τον Μιζράχι ήταν να εξασφαλίσει τους αναγκαίους πόρους για να έχει έσοδα η ομάδα. Και αποφάσισε το αδιανόητο: Να βάλει εισιτήριο στους αγώνες που μέχρι τότε γίνονταν με ελεύθερη είσοδο! Για να πετύχει εμπορικά και αγωνιστικά το πείραμα άρχισε να φέρνει Αμερικάνους παίκτες κυρίως για τους Ευρωπαϊκούς αγώνες. Το δίδυμο Μπομπ ΜακΜάχον και Ρόνι Γκρίν το 1970 είναι οι πρώτοι ξένοι στην ιστορία της ομάδας. O Μακ Μάχον ένας γκαρντ με μπόι 1μ.83 είχε μόλις αποφοιτήσει από το πανεπιστήμιο που θα κοουτσάρει φέτος ο Ρικ Πιτίνο, το Αϊόνα. To 1972 έφερε στο Ισραήλ τον Στιβ Τσάμπιν, τον σέντερ που είχε βοηθήσει την Ολίμπια Μιλάνο έξι χρόνια νωρίτερα να στεφθεί πρωταθλήτρια Ευρώπης και την επόμενη χρονιά προωθήθηκε στην πρώτη μάδα ο μεγαλύτερος Ισραηλινός παίκτης όλων των εποχών ο Μίκι Μπέρκοβιτς. Η Μακάμπι ήταν πλέον αδιαφιλονίκητα η πρώτη εγχώρια δύναμη κερδίζοντας σωρηδόν τίτλους πρωταθλητή: το μέτρημα που ξεκίνησε με την παρουσία του Μιζράχι στον προεδρικό θώκο θα σταματούσε πολύ αργότερα στον 41ο τίτλο πρωταθλητή στη σειρά! Αλλά απείχε πολύ από το να θεωρηθεί υπερ-δύναμη του Ευρωπαϊκού μπάσκετ αφού κάθε προσπάθεια της να μετρηθεί με τα μεγαθήρια της εποχής όπως η Ρεάλ, η Ίνις Βαρέζε και η ΤΣΣΚΑ Μόσχας κατέληγε σε παταγώδη αποτυχία! Ο μύθος λέει ότι ο Μιζράχι που πλέον είχε αποκτήσει τεράστια πολιτική επιρροή έπεισε το 1974 τον πρωθυπουργό και μεγάλο μπασκετόφιλο Γιτζάκ Ράμπιν να δώσει το δικαίωμα στις ομάδες να έχουν περισσότερους των δύο Αμερικάνους παίκτες και η κυβέρνηση να διευκολύνει τις διαδικασίες για να αποκτήσουν την ισραηλινή υπηκοότητα. Αλήθεια ή ψέματα κανείς δεν μπορεί να το πει με βεβαιότητα. Αλλά η αλλαγή του καθεστώτος γέμισε με Αμερικάνους το Γιαντ Ελιάου. Μετά από ένα αποτυχημένο προπονητικό πείραμα, τη σεζόν 1975-76 με τον Αμερικάνο κοουτς Φρεντ Ντέβελι (πρώτος προπονητής του Γκάλη στον Άρη το 1979) ο Μιζράχι επανάφερε στον πάγκο τον εμβληματικό Ραλφ Κλάιν. Όλα τα κομμάτια είχαν μπει στη σωστή θέση. Ο Μπέρκοβιτς είχε επιστρέψει στα παρκέ έχοντας ολοκληρώσει τη στρατιωτική του θητεία, ο Μπρόντι ήταν γερασμένος αλλά έδινε στην ομάδα την απαραίτητη ηγετική εμπειρία στο τέλος των αγώνων και είχε παραχωρήσει τη θέση του βασικού πλέι μέικερ στον πολλά υποσχόμενο Ισραηλινό πλέι μέικερ Μότι Αροέστι. Αυτοί αντιπροσώπευαν το Ισραηλινό στοιχείο έστω και αν για το….τυπικό της υπόθεσης η ομάδα –επίσημα- είχε μόνο ένα Αμερικάνο. Δίπλα όμως στον Αροέστι και τον Μπέρκοβιτς, που έκανε όλη τη δουλειά στην επίθεση με το φοβερό ταλέντο σκόρερ που διέθετε, οι πολιτογραφημένοι Ισραηλινοί ‘’Γιάνκις’’ ήταν ιδανικοί για τις ‘’βρώμικες δουλειές’’ της άμυνας και τα ριμπάουντ. Οι δύο φόργουορντ με το ίδιο περίπου στιλ παιχνιδιού (Λου Σίλβερ και Τζιμ Μποουτράιτ) και ένας ποπ-σταρ ο Ολσι Πέρι στο πέντε συμπλήρωναν μια τρομακτική πεντάδα! Ο Πέρι αποτελεί μια….ιστορία μόνος του. Λατρεύτηκε σαν….. μεσσίας στο Τελ Αβίβ, έφυγε σαν παρίας λόγω χρήσης ναρκωτικών, κατέληξε σε φυλακή της Αμερικής με ισόβια ποινή στην πλάτη του για διακίνηση ναρκωτικών, πήρε χάρη όταν ο πρόεδρος του Ισραήλ επισκέφθηκε τη φυλακή, τον αναγνώρισε και ζήτησε από τον Αμερικάνο πρωθυπουργό να τον αμνηστεύσει και ζει πλέον μόνιμα στο Τελ Αβίβ, όπου είναι ιδιοκτήτης εστιατορίου, έχει ένα καμπ για νέα παιδιά και βοηθάει συμβουλευτικά τις ομάδες εφήβων της Μακάμπι!
Μερικές λεπτομέρειες που έμεναν ακόμη για να φτάσει η Μακάμπι στην κορυφή ρυθμίστηκαν από το…σύμπαν της πολιτικής! Την ομάδα ευνόησε αφάνταστα το σύστημα διεξαγωγής του Κυπέλλου Πρωταθλητριών που είχε αλλάξει εκείνη τη σεζόν. Η ΦΙΜΠΑ μετά τους δύο πρώτους προκριματικούς νοκ άουτ γύρους δημιουργούσε ένα όμιλο έξι ομάδων που έπαιζαν ένα άτυπο Final-6 με διπλούς αγώνες. Οι δύο πρώτοι της βαθμολογίας θα έπαιζαν στον τελικό που είχε προγραμματιστεί να γίνει τον Απρίλιο του 1977 στη Χάλα Πιονιρ του Βελιγραδίου. Η εξάδα είχε ΄΄κλειδώσει’’ όταν ήρθαν τα όχι σοκαριστικά –για εποχές Ψυχρού πολέμου- νέα. Οι κυβερνήσεις της Σοβιετικής Ένωσης και της Τσεχοσλοβακίας δεν έδιναν βίζα εισόδου στη χώρα στα μέλη της αποστολής της Μακάμπι αφού δεν είχαν διπλωματικές σχέσεις με το Ισραήλ. Και παράλληλα απαγόρευαν στις δύο ομάδες να ταξιδέψουν στο Τελ Αβίβ! Το final-6 έμοιαζε έτοιμο να τιναχτεί στον αέρα αφού με βάση τους κανονισμούς της η ΦΙΜΠΑ έπρεπε αυτόματα να αποκλείσει τις δύο ομάδες. Αντ’ αυτού πρότεινε μια σολομώντεια λύση: Να παιχτούν τα ματς που η ΤΣΣΚΑ και η Σπάρτακ θα ήταν γηπεδούχοι με τη Μακάμπι σε ουδέτερη χώρα-έδρα και η Μακάμπι να κερδίσει άνευ αγώνα τα δύο αντίστοιχα παιχνίδια του Ισραήλ αλλά χωρίς να μηδενιστούν οι αντίπαλοι της! Η χώρα που προσφέρθηκε να καλύψει τα έξοδα των αγώνων ήταν το Βέλγιο, ΤΣΣΚΑ και Σπάρτακ δέχτηκαν τη λύση και κάπου εκεί μεταλλάχθηκε όλη η εικόνα! Η Μακάμπι ξεκίνησε το γκρουπ με δύο νίκες άνευ αγώνα και μέσα σε ένα τριήμερο στο στάδιο Βιλβούρντε των Βρυξελλών νίκησε τόσο την Σπαρτακ όσο και την ΤΣΣΚΑ κάτι που θα ήταν μάλλον δύσκολο αν όχι απίθανο να κάνει αν τα ματς γίνονταν στο Μπρνό και τη Μόσχα. Το τέλος των αγώνων του γκρουπ τη βρήκε στη δεύτερη θέση με ρεκόρ 6-4 και στο Τελ Αβίβ άρχισαν να φτιάχνουν βαλίτσες για….Βελιγράδι. Ελάχιστα τους ένοιαζε ότι από τα υπόλοιπα έξι ματς του γκρουπ είχαν κερδίσει μόνο δύο (τη Ρεάλ και την Βελγική Ρασίγκ, και τα δύο εντός έδρας) και ότι είχαν ισοβαθμήσει με την ΤΣΣΚΑ και την Ρεάλ με τους Ισπανούς να χάνουν τη δεύτερη θέση λόγω κακής ισοβαθμίας. Ακόμη λιγότερο τους ένοιαζε ότι κανείς δεν τους έδινε τύχη απέναντι στην απόλυτη δυναστεία του Ευρωπαϊκού μπάσκετ την Ιταλική Βαρέζε που μάλιστα τους είχε κερδίσει άνετα δύο φορές στο γκρουπ: 102-79 στο Γιαντ Ελιάου και 81-70 στη σάλα Μασνάγκο του μικρού Βαρέζε. Η Βαρέζε που θα έπαιζε σε όγδοο στη σειρά τελικό είχε διαλέξει τον αντίπαλο της. Την τελευταία αγωνιστική του γκρουπ πήγε με μισή ομάδα στη Μόσχα, έχασε από την ΤΣΣΚΑ ξέροντας ότι στην τριπλή ισοβαθμία της δεύτερης θέσης (Μακάμπι-ΤΣΣΚΑ- Ρεάλ) οι ‘’αδύναμοι’’ Ισραηλινοί είχαν το πάνω χέρι και θα απέφευγαν στον τελικό με την πανίσχυρη Ρεάλ!
Ο τελικός δεν ξέφυγε για μια ακόμη φορά από την πολιτική και μάλιστα σε ακραίες μορφές της. Η ‘’θυμωμένη’’ Σοβιετική κυβέρνηση απαιτούσε από τη Γιουγκοσλαβία να μη δώσει βίζα εισόδου στους παίκτες της Μακάμπι κάτι που τελικά δεν έγινε. Όταν η αποστολή της Μακάμπι έφτασε στο Βελιγράδι έτυχε της πλέον απαράδεκτης υποδοχής από τους Ιταλούς ‘’τιφόζι’’ της Βαρέζε. Περίμεναν το πούλμαν κρατώντας σημαίες με σβάστικες και όταν οι παίκτες της Μακάμπι βγήκαν άρχισαν να τους πετάνε….σαπούνια σε μια ξεκάθαρη και χυδαία υπενθύμιση των Ναζιστικών θηριωδιών. Ακόμη και στη διάρκεια του τελικού στην Ιταλική εξέδρα εμφανίστηκαν ουκ ολίγες σημαίες με σβάστικες και αγκυλωτούς σταυρούς και κάπως έτσι ο αγώνας έμεινε στη μνήμη όλων ως ο τελικός της σβάστικας. Δυο και βάλε δεκαετίες αργότερα, το 1999, όταν η Βαρέζε επέστρεψε στη διοργάνωση και κλήθηκε να αντιμετωπίσει τη Μακάμπι η διοίκηση για να σβήσει τη σελίδα ντροπής εξέδωσε επίσημη ανακοίνωση ετεροχρονισμένης συγνώμης που αποδέχθηκαν οι Ισραηλινοί βάζοντας τέλος στην πολύχρονη ‘’βεντέτα’’.
Πίσω στις 7 Απριλίου του 1977. Ο Ραλφ Κλάιν ήξερε ότι είχε μόνο ένα τρόπο να διεκδικήσει το τρόπαιο! Να καταστρέψει το παιχνίδι της Βαρέζε και να απαγορεύσει η μπάλα να φτάνει εύκολα στα χέρια του δολοφόνου-σουτέρ Μπόμπι Μορς ή μέσα στη ρακέτα όπου κυριαρχούσαν τα τεράστια κορμιά του Αμερικάνου Ράντι Μάιστερ και του ‘’Μπούφαλο Μπιλ’’ του Ιταλικού μπάσκετ Ντίνο Μενεγκίν. Επέλεξε ένα σύνθετο τρόπο άμυνας. Μετά από κάθε άστοχο σουτ στην επίθεση η ομάδα του έπαιζε ζον πρες σε όλο το γήπεδο, πιέζοντας τους Ιταλούς γκαρντ της Βαρέζε με ‘’άγρια’’ τσεκαρίσματα και όταν ευστοχούσε στην επίθεση έπαιζε ζώνη στην άμυνα! Το σύστημα Κλάιν και το καράτε-πρες των Ισραηλινών που άφησαν ατιμώρητο ο Άγγλος διαιτητής Ντέιβιντ Τέρνερ και ο Βέλγος Βαν ντερ Βίλιγκε απέδωσε καρπούς. Η Μακάμπι προηγήθηκε 39-30 στο ημίχρονο απέναντι στην υπεροπτική και πολύ σίγουρη Βαρέζε. Ο Γκάμπα ξύπνησε με φοβερές φωνές στα αποδυτήρια τους παίκτες του που μείωσαν 45-43 αλλά ο Αμερικάνος Μποουτράιτ με το σήμα κατατεθέν σουτ του από τις γωνίες κράτησε όρθια τη Μακάμπι (57-50). Δύο ομάδες χωρίς σπουδαίους αναπληρωματικούς και με τους παίκτες τους φορτωμένους με φάουλ έδωσαν μια φοβερή μάχη μέχρι τέλους. Ένα λεπτό πριν τη λήξη η Μακάμπι ήταν μπροστά με 72-66, η Βαρέζε είχε δύο ευκαιρίες για τη νίκη αλλά στο 76-75 ο Ιοάν Μπισόν αστόχησε ολομόναχος σε λέι απ από τα τρία μέτρα. Με επτά δευτερόλεπτα για το τέλος ο Τέρνερ έδωσε με λανθασμένη απόφαση τη μπάλα στη Βαρέζε για το τελευταίο σουτ αλλά η επαναφορά του Γιελίνι ήταν λάθος και η μπάλα δεν έφτασε ποτέ στα χέρια του Μορς για το τελευταίο σουτ. Ο Αμερικάνος σκόρερ της Βαρέζε παραδέχτηκε στο τέλος του αγώνα ότι ‘’η τύχη μας είχε κριθεί πολύ νωρίτερα, τη μέρα που αποφασίσαμε να χάσουμε στη Μόσχα για να παίξουμε με τη Μακάμπι που τη θεωρούσαμε εύκολο αντίπαλο και όχι με τη Ρεάλ Μαδρίτης’’. Μια ματιά στη στατιστική του αγώνα λέει την υπόλοιπη αλήθεια. Με τον κανονισμό της 1+1 βολής (αν ο παίκτης ευστοχούσε στην πρώτη εκτελούσε και δεύτερη) οι 14/15 βολές της Μακάμπι και οι 11/19 των Ιταλών βάρυναν πολύ στην πλάστιγγα του αγώνα. Την ώρα που γίνονταν όλα αυτά στο Βελιγράδι ο δήμαρχος του Τελ Αβίβ είχε δώσει εντολή να φωταγωγηθεί η πόλη και την επόμενη στην επιστροφή των πρωταθλητών Ευρώπης στο Τελ Αβίβ τους περίμεναν χιλιάδες άνθρωποι στο αεροδρόμιο και τους δρόμους της πόλης. Το όραμα του Σιμόν Μιζράχι είχε μόλις δικαιωθεί και ο μύθος της ομάδας του λαού είχε ξεκινήσει να γράφεται. Οι ‘’τσαόβ’’ (κίτρινοι) του Τελ Αβίβ είχαν μόλις συστηθεί με τον πλέον εμφατικό τρόπο στο Ευρωπαϊκό μπάσκετ.