Ο Άντρι Φαν Τίγκελεν υπήρξε ένα από τα κορυφαία αριστερά μπακ που έβγαλε η Ολλανδία, πρωταθλητής Ευρώπης, με το παρατσούκλι το «καρφί».

Ο Ολλανδός αριστερός ακραίος αμυντικός Άντρι φαν Τίγκελεν (Adrianus Andreas “Adri” van Tiggelen), γεννήθηκε στις 16 Ιουνίου του 1957, στο Όις Μπέιγερλαντ, μια πόλη στη νοτιοδυτική Ολλανδία, κοντά στο Ρότερνταμ. Με μια καριέρα στενά συνδεδεμένη με τη Σπάρτα του Ρότερνταμ, έκανε όνομα στο Βέλγιο με την Άντερλεχτ και έγινε γνωστός από τη συμμετοχή του στην εθνική Ολλανδίας που κατέκτησε το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1988. Είχε το παρατσούκλι «De Spijker» (Το Καρφί) κυρίως λόγω της ξανθής κόμης του και του ψιλόλιγνου σωματότυπού του!

Ξεκίνησε την επαγγελματική του καριέρα με την Σπάρτα του Ρότερνταμ, κάνοντας ντεμπούτο στην κορυφαία ολλανδική κατηγορία, στις 30 Αυγούστου του 1978, σε μια νίκη εντός έδρας 1-0 επί της συμπολίτισσας Φέγενορντ. Κατά τη διάρκεια της πενταετούς περιόδου του στο σύλλογο, ήταν πάντα βασικός, παίζοντας συνολικά 161 αγώνες, σκοράροντας κάθε σεζόν, σημειώνοντας συνολικά 13 γκολ στο πρωτάθλημα. Το 1983, μεταγράφηκε στη Γκρόνιγκεν και παρέμεινε εκεί για τρία χρόνια, καταφέρνοντας να διατηρηθεί και πάλι σε κορυφαίο επίπεδο, βασικός σε κάθε σεζόν, αγωνιζόμενος σε 97 παιχνίδια. Στη συνέχεια, είχε την πρώτη του εμπειρία στο εξωτερικό, όταν και εντάχθηκε στην βελγική Άντερλεχτ.

Από το 1986 και για μια πενταετία ήταν βασικός στο αρχικό σχήμα του μεγάλου συλλόγου των Βρυξελλών, συμμετέχοντας σε 144 παιχνίδια πρωταθλήματος και σημειώνοντας 7 γκολ. Κατέκτησε μαζί τους 2 πρωταθλήματα, 2 Κύπελλα και 2 Σούπερ Καπ Βελγίου, ενώ ήταν φιναλίστ σε ακόμη 2 τελικούς Σούπερ Καπ. Σε ηλικία 34 ετών, το 1991, επέστρεψε στη χώρα του για λογαριασμό της Αϊντχόφεν. Παρότι βετεράνος, κατάφερε να συγκεντρώσει σχεδόν 100 επίσημες εμφανίσεις με τον σύλλογο, παίζοντας 26 παιχνίδια τη σεζόν 1991/92 όταν και κατέκτησε τον τίτλο. Στα 38 του πλέον, μετά από μία σεζόν και πάλι στην κορυφαία κατηγορία με τη Ντόρντρεχτ έπαιξε το τελευταίο παιχνίδι της καριέρας του στο τέλος της περιόδου 1994/95, σε μια νίκη 5-1, εκτός έδρας επί της Βόλενταμ.

Έκανε 56 διεθνείς εμφανίσεις για την ολλανδική εθνική ομάδα, κάνοντας ντεμπούτο σε ηλικία 26 ετών, σε μια φιλική ισοπαλία 1-1 με το Βέλγιο, στις 21 Σεπτεμβρίου του 1983. Από το 1986 και μετά, ήταν πάντα η πρώτη επιλογή στο αριστερό άκρο της άμυνας της εθνικής ομάδας, ενώ έκτοτε αντικαταστάθηκε μόλις 4 φορές. Αγωνίστηκε σε όλα τα παιχνίδια, χωρίς αντικατάσταση στο νικηφόρο για την Ολλανδία Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1988 και ήταν βασικός και στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1990 και στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1992, με το τελευταίο διεθνές παιχνίδι του να έρχεται στις 22 Ιουνίου του 1992, στον ημιτελικό του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος του 1992, εναντίον της Δανίας όταν και αποβλήθηκε!

Όταν αποσύρθηκε από την ενεργό δράση, επέστρεψε στη Σπάρτα, αναλαμβάνοντας καθήκοντα βοηθού προπονητή και υπευθύνου των τμημάτων υποδομής. Το 2005 είχε την πρώτη του εμπειρία ως προπονητής της, τελειώνοντας τη σεζόν στη 2η θέση, βοηθώντας την επιστροφή της Σπάρτα στην πρώτη κατηγορία. Η δεύτερη περίοδός του ως πρώτος προπονητής με τη Σπάρτα, συνέβη στα τέλη του 2007, μετά την απόλυση του Γκερτ Άαντεβαϊλ (Gert Aandewiel). Μέχρι σήμερα είναι μέλος του τεχνικού επιτελείου της Σπάρτα.