O θεόρατος Μουστάφα Φαλ είχε μόλις σηκώσει για άλλη μια φορά το γάντι στο κάλεσμα του Βάσα Μίτσιτς. Εσύ και εγώ, μια τελευταία φορά, από το τρίποντο. Νωρίτερα είχε παραδοθεί ο Σέιν Λάρκιν, ο οποίος διάλεγε τον Βεζένκοφ για αντίπαλο. Ο Σέρβος δεν ήθελε να ξεμείνει από χρόνο και επιλογές, μπούκαρε νωρίτερα, όμως η σκιά του ερυθρόλευκου βουνού έπεσε βαριά πάνω του. Το λέι-απ δεν ήταν όσο καθαρό θα ήθελε.

Αρπάζοντας τη μπάλα στα 9.6 δευτερόλεπτα, ο Κώστας Σλούκας ένιωθε την ελευθερία για την οποία τραγουδούσε η Τζάνις Τζόπλιν το 1971: «freedom is another word for nothing left to lose». «Η ελευθερία είναι σαν να λες ότι δεν έχεις πια τίποτα να χάσεις». Ο Ολυμπιακός δεν ήταν πια στην άνεση της ισοπαλίας και μετά από τάιμ άουτ, όπως στο φινάλε της κανονικής διάρκειας. O πόιντ γκαρντ του Ολυμπιακού έπρεπε να αυτοσχεδιάσει. Του αρκούσε το δίποντο, πήγε μέσα, κλείστηκε. Ο Μακίσικ όχι μόνο του έδωσε επιλογή πάσας όντας σωστά τοποθετημένος, αλλά έκανε το σωστό: απείλησε, υποχρεώνοντας την άμυνα να αντιδράσει και να μαζευτεί ενστικτωδώς κοντά του.

Ο Σλούκας δεν χρειάστηκε άλλη ευκαιρία. Επανατοποθετήθηκε στο παρκέ όπως οι ελεύθεροι σκοπευτές, έκανε μια ψυχρή προσποίηση, είδε τον Μοερμάν να ίπταται δίπλα του.

Bang.

Ο Ολυμπιακός επιβίωσε σε ένα εξαντλητικό ματς, από αυτά που έχουν την δυναμική να χαράσσουν νέες πορείες στη σεζόν. Αν έφευγαν από το παρκέ ηττημένοι, οι ερυθρόλευκοι θα ένιωθαν ακόμη καυτή την ανάσα την συνδιεκδικητών της πρόκρισης και θα βλαστημούσαν την χαμένη ευκαιρία σε μια εβδομάδα που όλα τα υπόλοιπα αποτελέσματα τους ήρθαν βολικά. Αντ΄ αυτού καμαρώνουν ξανά στην τέταρτη θέση της κατάταξης με τα κύτταρα άδεια από ενέργεια αλλά κορεσμένα σε αυτοπεποίθηση.

Ο Γιώργος Μπαρτζώκας είδε τους αναπληρωματικούς του να κρατούν όρθιο το οχυρό στην δεύτερη περίοδο, όμως ήταν αναμενόμενο να ξεζουμίσει τους Σλούκα – Βεζένκοφ στο δεύτερο ημίχρονο – για τον Βούλγαρο δεν είναι άλλωστε η πρώτη φορά. Ο Λαρεντζάκης έδωσε πολύτιμα λεπτά προκειμένου ο Ντόρσεϊ να εμφανιστεί στο φινάλε με γεμάτο ρεζερβουάρ, ενώ ο Μακίσικ γέμισε το γήπεδο κυνηγώντας με το στροφόμετρο στα κόκκινα ριμπάουντ και αντιπάλους, αφού ο Παπανικολάου δεν βρήκε τρόπο να επιβραδύνει έστω το κομπιούτερ Μίτσιτς.

Ο Ολυμπιακός κλονίστηκε, αλλά έδειξε χαρακτήρα που αντιστοιχεί σε ομάδα που αξίζει να συνεχίσει τη σεζόν της και μετά το πέρας του μαραθωνίου των 36 αγωνιστικών. Το ίδιο θα ίσχυε και σε περίπτωση που το αποτέλεσμα ήταν διαφορετικό: μερικά πράγματα δεν μετριούνται μόνο στη βαθμολογία.

Κατά τα άλλα, από το ψυχόδραμα του Φαλήρου προκύπτουν δύο – κυρίως – θέματα.

Το πρώτο έχει να κάνει με την μοναξιά του Βεζένκοφ στο «4», θέση στην οποία ο Ολυμπιακός έχει ακόμη 3(!) παίκτες (Πρίντεζης, Ζαν-Σαρλ, Έισι), κανείς εκ των οποίων δεν απολαμβάνει έστω στοιχειώδη εμπιστοσύνη από τον κόουτς. Ο συμπαθής Σάσα έχει μ.ο συμμετοχής σχεδόν 35 λεπτών στα τελευταία τέσσερα παιχνίδια και κινδυνεύει με burnout, ειδικά αν σκεφτεί κανείς πως ο Ολυμπιακός έχει να δώσει επτά παιχνίδια μόνο στην Ευρωλίγκα τον Μάρτιο. Το παραπάνω συρρικνώνει το rotation της ομάδας πρακτικά στους εννέα παίκτες, αριθμό που συνεπάγεται ρίσκο σε βάθος χρόνου σε επίπεδο φρεσκάδας και ενέργειας.

Το δεύτερο έχει να κάνει με την εμφάνιση – δήλωση του Κώστα Σλούκα. Ο Ολυμπιακός φέτος είναι δομημένος ώστε να μην είναι η ομάδα κανενός: αυτή είναι η αδιαπραγμάτευτη φιλοσοφία του Γιώργου Μπαρτζώκα, ξεκάθαρη από το Σεπτέμβριο όταν ανέλυσε τη σκέψη του καλεσμένος στην πρεμιέρα των playmakers. Τα γεγονότα δείχνουν πως με αυτήν πλοηγό ο Ολυμπιακός είναι ξανά ανταγωνιστικός και ως τώρα επιτυχημένος, αν και για ομάδες πρωταθλητισμού το τελικό πρόσημο μετριέται κυρίως σε ασήμι.

Ο αντίλογος λέει ότι οι Πειραιώτες κερδίζουν πολλά όταν ο Σλούκας αισθάνεται πως αυτός, ξεκάθαρα, έχει το κουμάντο της ομάδας. Η γλώσσα του σώματος απέναντι στους πρωταθλητές Ευρώπης το βράδυ της Πέμπτης, απόντος του Τόμας Γουόκαπ, ήταν ξεκάθαρη από το πρώτο κιόλας λεπτό.

“Αφήστε το πάνω μου. Για αυτό επέστρεψα”.